Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

~16~ κεφάλαια 51 ως 55(τέλος)


Κεφάλαιο 51.

Το 2015 τους βρήκε όλους στη Σάμο. Σε μια απόφαση της τελευταίας στιγμής, μάζεψαν τα πράγματα τους και μπήκαν στο πρώτο πλοίο για το νησί, ακολουθούμενοι από τον Μάιλο που έδειχνε ενθουσιασμένος για την εκδρομή. Οι γονείς της Εύας τρελάθηκαν από τη χαρά τους όταν τους είδαν να κατηφορίζουν στο μονοπάτι προς το σπίτι τους. Η Ελπίδα ξέφυγε από τον Άγγελο και έτρεξε στον παππού της, που του είχε τρομερή αδυναμία και σκαρφάλωσε στην αγκαλιά του, φωνάζοντας με όλη της τη δύναμη πως τον αγαπάει.
«Τι έκπληξη είναι αυτή;» Η κυρά Μίνα σκούπισε συγκινημένη τα μάτια της και έριξε μια ματιά στο πρόσωπο της κόρης της. Το χαμόγελο της έσβησε αλλά η Εύα σχεδόν την παρακάλεσε να μην πει κουβέντα. Ανέκαθεν η μάνα της τη γνώριζε τόσο καλά που δεν χρειαζόταν να ακούσει κουβέντα από το παιδί της. Ήξερε από πριν τι είχε. «Πάμε μέσα, έχουμε πολλά να πούμε», σχολίασε καλοσυνάτα μόνο και τους έδειξε τον δρόμο. 

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2020

~16~ Κεφάλαια 47-48-49-50


κεφάλαιο 47

Το πρώτο βράδυ με το μωρό ήταν εφιαλτικό για όλους. Η μικρή δεν είχε σταματήσει να κλαίει και κανείς τους δεν ήξερε πώς να αντιμετωπίσει αυτό που ενοχλούσε το μωρό, αφού δεν γνώριζαν τι μπορεί να ήταν. Της έδωσαν την ειδική φόρμουλα σε μια προσπάθεια να τη ταΐσουν μήπως και νιώσει καλύτερα, αλλά η μικρή αρνούνταν κατηγορηματικά να φάει. Ο Άγγελος απέφευγε να τη πλησιάσει όπως ο διάβολος το λιβάνι και η Εύα είχε ξεθεωθεί να πηγαινοέρχεται στο σπίτι με τη μικρή αγκαλιά, να τη κουνάει απαλά σε μια τελευταία απέλπιδα προσπάθεια να την κάνει να αποκοιμηθεί.
«Δεν αντέχω άλλο», γκρίνιαξε ο Άγγελος κι έκλεισε τ’ αυτά του για να μην ακούει το σπαραχτικό κλάμα.
«Τι άλλο να της κάνω; Την άλλαξα, τη τάισα, τη νανούρισα…»
«Ρεύτηκε;»
«Στα μούτρα μου και δεν ήταν καθόλου ωραίο», σχολίασε μ’ ένα θεαματικό κατσούφιασμα. «Σε παρακαλώ, κράτησε τη λίγο. Πονάνε τα χέρια μου».
«Όχι όχι», διαμαρτυρήθηκε εκείνος και έφυγε σχεδόν τρέχοντας από το δωμάτιο.

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

~16~ Κεφάλαια 44-45-46-47


44.

Τρεις μέρες αφότου γύρισαν σπίτι, η Εύα μάζεψε τα πράγματα της από το διαμέρισμά της και μετακόμισε με τον Άγγελο γιατί δεν ήθελε να μείνει μακριά του ούτε δευτερόλεπτο. Όλα έγιναν γρήγορα, πράγμα που δυσαρέστησε τρομερά τον Πάνο που έπρεπε να δουλέψει σκληρά για να μεταφέρουν όσα έπιπλα δε θα πουλούσε, στο διαμέρισμα του Άγγελου. Η μητέρα της έμεινε πίσω να τον βοηθάει και να του κρατά παρέα αφού ακόμα δεν έδειχνε έτοιμος να πατήσει στα πόδια του, και το έκανε με περίσσια χαρά. Κάθε φορά που περνούσε το χέρι της μέσα από τα μαλλιά του ή άφηνε ένα φιλί στο κούτελό του, εκείνος έλιωνε από αγάπη γιατί μπορεί να είχε χάσει τη μητέρα του, αλλά η Μίνα ήταν άξια αντικαταστάτρια. Μπορεί να είχε γεμίσει η ψυχή του μ’ έναν παράλογο φόβο που δεν μπορούσε να πολεμήσει, αλλά είχε την Εύα του, είχε την οικογένεια του και τους φίλους του και όλα τ’ άλλα θα έφτιαχναν.
«Μισώ την ώρα και τη στιγμή που σε γνώρισα», άκουσε τον Πάνο να ουρλιάζει στην Εύα που τον κυνηγούσε στο σπίτι και βγήκε απότομα από τις σκέψεις του. Γέλασε γιατί εδώ και μισή ώρα προσπαθούσαν να διακοσμήσουν την άδεια κρεβατοκάμαρα με αποτέλεσμα η αναποφασιστικότητα της Εύας να κάνει τα νεύρα του Πάνου να χτυπήσει κόκκινο. 

Τετάρτη 27 Μαΐου 2020

~16~ Κεφάλαια 40-41-42-43


40.

Μία βδομάδα αργότερα το σπίτι του Άγγελου ήταν έτοιμο, ζεστό και όμορφο, τόσο που η Εύα το ζήλευε και σπάνια έφευγε από εκεί. Ήταν εύκολο για εκείνη να γυρνάει σ’ εκείνο το σπιτικό αντί για το δικό της, παρέα πάντα με τον Φοίβο, με την δικαιολογία πως έπρεπε να τσεκάρει τον Άγγελο. Εκείνος σιγά-σιγά στεκόταν στα πόδια του κι είχε αρχίσει να προσέχει λίγο παραπάνω τον εαυτό του. Το τσιγάρο και το ποτό είχαν μπει σε δεύτερη μοίρα και είχε βρει το να μαγειρεύει για την Εύα και τον Φοίβο, ως την ωραιότερη ασχολία.
Με τον Πάνο περνούσε ώρες ατέλειωτες να μιλάνε για τα πάντα, ο φίλος του έδειχνε να είναι πιο ήρεμος τις μέρες που αποφάσιζε να κοιμηθεί στον καναπέ αντί να γυρίσει στο μικροσκοπικό του διαμέρισμα και δεν φάνηκε σε κανέναν περίεργο όταν ξάφνου ανακάλυψαν όλοι τους πως είχε, στην κυριολεξία, μετακομίσει με τον Άγγελο. Όταν εκείνος τον έπεισε να αφήσει τη τρύπα που αποκαλούσε σπίτι του για τα καλά και να μείνει στο άδειο δωμάτιο του διαμερίσματός του, οργάνωσαν έναν όμορφο δείπνο για να το γιορτάσουν. Όλα έδειχναν να μπαίνουν σε μια σειρά και για πρώτη φορά από τη μέρα που επέστρεψε η Εύα, μπόρεσε ν’ αναπνεύσει ελεύθερα. 

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

~16~ Κεφάλαια 37-38-39


37.
«Θα σου άρεσε πολύ το Λονδίνο».
 Μείνανε για αρκετή ώρα ξαπλωμένοι πάνω στο στρώμα να μιλάνε λες και δεν είχε περάσει μέρα από τον χωρισμό τους. Ο Άγγελος άντεξε ακόμα και το τηλεφώνημα της Εύας στον Φοίβο τον οποίο έβαλε σε ανοιχτή ακρόαση για να χαιρετηθούνε. Την κοίταξε στα μάτια λες και της έλεγε πως τον ενέκρινε, κάτι που έβαλε ένα τεράστιο χαμόγελο στα χείλη της Εύας που κοκκίνισε ολόκληρη. Ήθελε οι δυο τους να γίνουν φίλοι, ήταν πολύ σημαντικό για εκείνη να έχει στο πλευρό της και τους δύο. 

Τετάρτη 29 Απριλίου 2020

~16~ Κεφάλαια 34-35-36


34.


Η καρδιά του άρχισε και πάλι να χτυπά στη θέα της… Κόντεψε να χάσει τη γη κάτω από τα πόδια του μόλις καρφώθηκαν τα μάτια του στα δικά της. Γιατί γύρισε; Είχε αρχίσει να μαθαίνει να ζει χωρίς εκείνη, είχε καταφέρει να την ξεχάσει έστω και λίγο και πάνω που το έπαιρνε απόφαση πως η Εύα ήταν παρελθόν, εκείνη ξαναγύρισε για να του υπενθυμίσει πως πάντα θα ήταν τα πάντα για εκείνον. Παρελθόν, παρόν και μέλλον, όλα είχαν το χρώμα και το άρωμά της. Του είχε πάρει τα πάντα και τον είχε αφήσει να προσπαθεί να σταθεί στα πόδια του με δεκανίκι μόνο μερικές στιγμές που ήταν οι πιο ευτυχισμένες της ζωής του.

Κυριακή 26 Απριλίου 2020

~16~ Κεφάλαια 31-32-33


31.

Η αλλαγή στη ζωή της Εύας της έκανε πολύ καλό αφού επικεντρώθηκε στο νέο σπίτι της και το μυαλό της γέμισε με κάτι άλλο πέρα από την αγανάκτησή της για τα όσα είχαν συμβεί τα τελευταία χρόνια. Ήταν παράξενο αλλά για μία στιγμή, ένιωσε χαρά. Τη βρήκε στο να καθαρίζει το διαμέρισμά της, να το βάφει με τη βοήθεια του Άγγελου και να το διακοσμεί με τη Νάντια να στέκεται φρουρός κοντά τους, δίνοντας βοήθεια όταν της τη ζητούσε. Εκτιμούσε το γεγονός πως έκανε μία προσπάθεια για χάρη του Άγγελου, να είναι πολιτισμένα τα πράγματα μεταξύ τους κυρίως γιατί έστω με εκείνη παρούσα, μπορούσε να περνάει χρόνο μαζί του χωρίς να νιώθει ενοχές για τα πάντα.

Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

~16~ Κεφάλαια 28-29-30


28.

Το ύφος της Εύας και ο τρόπος που καθόταν στον καναπέ χωρίς να αντιδράει, τον ανησύχησε πολύ. Ήταν λες και είχε χαθεί εντελώς στις σκέψεις της, σαν μην είχε την παραμικρή επικοινωνία με το περιβάλλον. Ο Πάνος τρόμαξε, δεν την είχε δει ποτέ ξανά σε αυτή την κατάσταση. Την άφησε λίγο μόνη της μήπως καταφέρει να ανασυντάξει τις δυνάμεις και τις σκέψεις της και πήγε στην κρεβατοκάμαρά του. Δεν ήξερε τι να κάνει, πώς θα μπορούσε να τη βοηθήσει. Το μόνο που του πέρασε από το μυαλό ήταν να καλέσει τον Άγγελο για να του εξηγήσει την κατάσταση. Έριξε μια ματιά στο κινητό στο χέρι του και πήρε μια βαθιά ανάσα. Θα τον σκότωνε η Εύα που θα τον καλούσε χωρίς να της το πει, αλλά ήταν ο μόνος που ήξερε τι να κάνει για να αισθανθεί καλύτερα. Με όση αποφασιστικότητα κατάφερε να μαζέψει, βρήκε στις επαφές το όνομά του και πάτησε την κλήση, με κρατημένη την ανάσα.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2020

~16~ Κεφάλαια 25-26-27


25.

Καλοκαίρι 2004

Η ζέστη ήταν αφόρητη και δεν την είχε αφήσει να κοιμηθεί για πολλές νύχτες. Στριφογυρνούσε στο κρεβάτι της αδιάκοπα ώσπου ανάγκασε τον Φίλιππο να μετακομίσει στο σαλόνι, για να βρίσκει λίγη ηρεμία στον καναπέ. Δεν έλεγε να ηρεμήσει το μυαλό και η καρδιά της. Ο χρόνος που είχε περάσει ήταν γεμάτος με εκπλήξεις αλλά και συναισθηματικές μεταπτώσεις που τις περισσότερες, δεν μπορούσε να διαχειριστεί. Είχε πέσει σε μελαγχολία και κανείς δεν το είχε πάρει είδηση αφού προσπαθούσε να κρύψει επιμελώς όσα τη βασάνιζαν. Μόνο ο Άγγελος καταλάβαινε πως κάτι δεν πήγαινε καλά μ’ εκείνη μα όσες φορές την είχε ρωτήσει, δεν είχε καταφέρει να του δώσει απάντηση. Τι να του έλεγε άλλωστε, όταν η πηγή της μελαγχολίας της ήταν ο ίδιος;

Σάββατο 4 Απριλίου 2020

~16~ Κεφάλαια 22-23-24


22.

Η Νάντια είχε γείρει πάνω στο αμάξι και παρακολουθούσε την εικόνα μπροστά της, τα τέσσερα άτομα σφιχταγκαλιασμένα λες και προσπαθούσε ο ένας να σώσει τον άλλο από πνιγμό. Το στομάχι της ανακατεύτηκε. Δεν ανήκε εκεί κι έφταιγε ο Άγγελος γι’ αυτό γιατί αρνιόταν τόσο καιρό να μοιραστεί μαζί της κάτι από το παρελθόν του. Εκείνη του είχε ανοίξει τη καρδιά της μα αυτός απλά τη κοίταζε ικετευτικά και τη παρακαλούσε να μην τον πιέσει να της μιλήσει. Και τώρα είχε ν’ αντιμετωπίσει μια πραγματικότητα η οποία δεν της άρεσε. Ζήλευε αφάνταστα το μικροκαμωμένο κορίτσι που διάβαζε τον Άγγελο με ευκολία. Ζήλευε που τον ηρεμούσε με μια ματιά και την αντιπαθούσε γιατί ήξερε καλά πως όταν εκείνος χανόταν στις σκέψεις του, σκεφτόταν την Εύα.

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2020

~16~ Κεφάλαια 19-20-21


19.

Χάθηκε μέσα σ’ ένα φιλί που τρία χρόνια ονειρευόταν. Διψούσε γι’ αυτό μα δεν χόρταινε. Κόλλησε πάνω στον Άγγελο τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από το λαιμό του λες και φοβόταν πως θα την άφηνε. Τα δικά του την έσφιξαν πάνω του με την ίδια ένταση. Δεν διέκοψαν αυτό το φιλί που έμοιαζε με ανάσταση μετά από έναν άδικο θάνατο. Κανείς τους δεν τόλμησε να σκεφτεί πως μπορεί να ήταν ένα λάθος μα καθώς βάθυνε και χάνονταν μέσα τους ολοένα και περισσότερο, η Εύα συνειδητοποιούσε πως αν συνέχιζαν, μπορεί να κατέληγαν να κάνουν ένα τεράστιο λάθος που θα μετάνιωναν κι οι δύο.

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020

~16~ Κεφάλαια 16-17-18


16.

Άνοιξε το βήμα της για να απομακρυνθεί βρίζοντας την ώρα και τη στιγμή που μπήκε στο βιβλιοπωλείο. Εξαιτίας του είχε χάσει τον ύπνο της, κάθε ίχνος λογικής για πολύ καιρό και τώρα, μία δουλειά που ήθελε και θα αγαπούσε. Τα μάτια της βούρκωσαν γιατί ακόμα και τώρα η καρδιά της φώναζε το όνομά του, παρότι την είχε πληγώσει ανεπανόρθωτα. Προσπάθησε να περάσει το δρόμο ώστε να χαθεί από το οπτικό του πεδίο μόλις τον άκουσε να την καλεί πάλι, αλλά την τελευταία στιγμή ένα χέρι τη σταμάτησε, πάνω που πάτησε το πόδι της στο οδόστρωμα. Ένα αυτοκίνητο πέρασε ξυστά από δίπλα της. Τρομοκρατήθηκε στη σκέψη πως αν είχε κατέβει από το πεζοδρόμιο μπορεί και να την είχε χτυπήσει. Άφησε έναν πνιχτό λυγμό φόβου και άθελά της, στράφηκε προς τον Άγγελο που στεκόταν πίσω της. Έκλεισε τα μάτια και αφέθηκε στην αγκαλιά του ·εκεί πάντοτε όλα ήταν καλά, όμορφα και ασφαλή.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

~16~ Κεφάλαια 13-14-15


13.


«2/6/2000
Ευάκι μου…
Έχουν περάσει τρεις ώρες από τη στιγμή που έφτασα στη Αθήνα και μου φαίνεται ήδη μια αιωνιότητα. Έχει καρφωθεί στο μυαλό μου η εικόνα σου να απομακρύνεσαι από κοντά μου στο αεροδρόμιο κι εγώ εκεί, να μην μπορώ να σε σταματήσω. Δεν έχω πονέσει ποτέ τόσο πολύ στη ζωή μου, ούτε καν όταν εκείνος σήκωσε χέρι πάνω μου. Σκέφτομαι πως ίσως έκανα βλακεία που έφυγα. Όμως είμαι δειλός- φοβάμαι, όχι μόνο για μένα και τη μητέρα μου αλλά και για σένα γιατί ο πατέρας μου αγαπά την εκδίκηση, κι αν έμενα και του πήγαινα κόντρα, θα ξεσπούσε σε όλους εκείνους που αγαπώ. Και σ’ αγαπώ Ευάκι μου, όσο δε φαντάζεσαι. Γιατί από τη στιγμή που σε γνώρισα, απέκτησε ένα νόημα η ύπαρξη μου. Και τώρα θα κάνω τόσους μήνες να σε δω και να σε αγγίξω και τρελαίνομαι. Μη με ξεχάσεις, μη με διαγράψεις επειδή θα είμαστε μακριά. Θα κάνουμε τα όνειρά μας πραγματικότητα, θα το δεις, το θέλω τόσο πολύ που θα παλέψω με όλο μου το είναι για να το πετύχω. Μόνο μη με ξεχάσεις, Ευάκι μου…»


«25/6/2000
Ευάκι μου,
Είκοσι μέρες μακριά σου. Δεν είμαι καλά… δεν ξέρεις πόσες φορές κατέβηκα στο λιμάνι, έτοιμος να μπω στο καράβι και να έρθω κοντά σου. Με μισώ που δε το έκανα. Φοβήθηκα. Το ξέρω πως αυτή τη στιγμή που διαβάζεις αυτές τις γραμμές στριφογυρίζεις τα μάτια σου γιατί σκέφτεσαι αυτό που μου είπες πριν φύγω: δεν είναι φόβος, είναι μηχανισμός επιβίωσης. Δε τα ξεχνώ αυτά τα λόγια σου όμως μισώ να επιβιώνω χωρίς εσένα. Μου δίνεις κουράγιο. Τα γράμματά σου είναι ηλιαχτίδα φωτός στη ζωή μου, μόνο αυτά βάζουν χαμόγελο στα χείλη μου. Όταν πηγαίνω στο ταχυδρομείο η καρδιά μου χτυπά σαν τρελή κι όταν ανοίγω τη θυρίδα και βλέπω τα γράμματα σου, ξαναζώ… ίσως θα έπρεπε να πάρουμε από αυτά τα κινητά με τα οποία κυκλοφορούν όλοι, να σε βρίσκω όποτε γουστάρω και ν’ ακούω τη φωνή σου ανά πάσα ώρα και στιγμή. Σ’ έχω πάρει τόσες φορές στο σταθερό μα δε σε πετυχαίνω ποτέ. Μου χει λείψει το γέλιο σου. Ο Γεράσιμος, ο δικηγόρος της μητέρας μου, με συμβούλεψε ακόμα να μην πω σε κανέναν που βρισκόμαστε. Μόλις τακτοποιήσει τα πάντα και θα είμαστε ασφαλείς από τον Ταγματάρχη, θα σου στείλω τη διεύθυνσή μου.
Σ’ αγαπώ Ευάκι μου...»

«27/8/2000
Ευάκι μου,
Έχω νέα. Παρουσιάζομαι στις 13 Σεπτέμβρη αλλά δεν είναι αυτό που θέλω να σου πω. Αποφάσισα τι θέλω να κάνω με τη ζωή μου, βρήκα τι θα σπουδάσω, επιτέλους. Ο γιος του δικηγόρου της μητέρας μου είναι γραφίστας και μου έδειξε λιγάκι τη δουλειά. Μου αρέσει πολύ και σκέφτομαι όταν τελειώσω με το στρατιωτικό, να γραφτώ σε κάποιο δημόσιο ΙΕΚ για να μάθω την τέχνη. Θα με βοηθήσει κι εκείνος. Θέλω να σε κάνω περήφανη για μένα. Θα κάνω ό, τι περνάει από το χέρι μου για να έχουμε ένα όμορφο μέλλον… Μου λείπεις τόσο πολύ!»

Τρίτη 10 Μαρτίου 2020

~16~ Κεφάλαια 10-11-12



Δεν ήταν εύκολο να κρυφτούν τα συναισθήματα, ειδικά όσο περνούσε ο καιρός και η σχέση γινόταν δυνατότερη. Προσπαθούσαν με νύχια και με δόντια να μην εκδηλώνονταν όταν βρίσκονταν ανάμεσα σε κόσμο μα όταν έμεναν μόνοι, όλο το πάθος, η ανάγκη που είχε ο ένας για τον άλλον έβγαινε στην επιφάνεια. Εκείνος μόνο κοντά της ένιωθε χαρούμενος, ενώ η Εύα δεν μπορούσε να σταματήσει να χαμογελάει όταν τον είχε δίπλα της. Δεν πίστευε ποτέ πως θα ένιωθε σαν να είχε βρει το άλλο της μισό ως τη στιγμή που αυτό το παράξενο παιδί από την Αθήνα κατάφερε να ανατρέψει τα πάντα στη ζωή της. Κάποτε την τρόμαζε το γεγονός πως δεν τολμούσε να εκδηλώσει τα βαθύτερα συναισθήματά της, είχε ανέκαθεν μία ψυχρότητα η συμπεριφορά της που όμως διαλύθηκε όταν ο Άγγελος έγινε μέρος της ζωής της. Μόνο κοντά του συνειδητοποιούσε πως ήθελε να δίνει όσο περισσότερο μπορούσε. Κοντά του δεν φοβόταν να αφεθεί και να νιώσει.

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

~16~ Κεφάλαιο 9


Όχι γαμώτο αυτό δεν έπρεπε να γίνει… όχι, όχι, όχι…”
Ο Άγγελος ακολούθησε τον πατέρα του χωρίς να φέρει αντίρρηση. Ήλπιζε πως η Εύα θα άλλαζε γνώμη και θα αρνιόταν την πρόσκλησή του. Δεν ήθελε να δει τι του έκανε ο πατέρας του, πόσο αβοήθητος γινόταν κοντά του. Δεν ήθελε να δει πόσο δειλός ήταν. Μακάρι να μπορούσε να βρει τρόπο να την ειδοποιήσει πως για δικό της καλό, θα έπρεπε να μείνει μακριά του. Γύρισε το κεφάλι του για να κοιτάξει προς το μέρος της πάνω από τον ώμο του και την είδε να στέκεται στο ίδιο σημείο να τους παρακολουθεί που απομακρύνονταν. Φαινόταν ξεκάθαρα πως φοβόταν για εκείνον, ειδικά όταν εκείνη τη στιγμή το χέρι του Ταγματάρχη ακούμπησε απειλητικά στο σβέρκο του, σφίγγοντάς το. Ο Άγγελος ένιωσε το σώμα του να γίνεται δύσκαμπτο. Ένα πράγμα φοβόταν μόνο κι αυτό δεν ήταν μην πάθει κάτι εκείνος. Δεν έπρεπε να γνωρίσει την Εύα του. Δεν έπρεπε να έρθει σε επαφή μαζί της και να τη μολύνει κι εκείνη. Όχι την αθώα και γλυκιά νεράιδά του που ήταν ικανή μόνο για αγάπη.

~16~ Κεφάλαιο 8


Η σιωπή του Άγγελου δεν της άρεσε καθόλου. Αυτό που έκρυβε, αυτό που κρατούσε κρυφό, τον κατέτρωγε. Μπορεί να μην τον ήξερε σχεδόν καθόλου αλλά ήταν πασιφανές πως ήταν ταλαιπωρημένος ψυχολογικά. Τι να είχε πάθει άραγε; Τι να του είχε συμβεί; Το σώμα του ήταν γεμάτο με μελανιές και ουλές. Μερικές ήταν φρέσκιες. Δεν ήθελε να κάνει υποθέσεις, θα περίμενε υπομονετικά ώσπου να της μιλήσει. Απλά ευχόταν να το έκανε σύντομα, προτού χάσει κάθε ίχνος λογικής. Μία ουλή στο σβέρκο του της τράβηξε την προσοχή έτσι όπως ξεχώριζε πάνω στο ηλιοκαμένο δέρμα του. Έσυρε το δάχτυλό της πάνω της. Βρήκε μεθυστικό το γεγονός πως ανατρίχιασε κάτω από το άγγιγμά της.
«Που την απέκτησες αυτή;»θέλησε να μάθει.

~16~ Κεφάλαιο 7


Δεν κουνήθηκε από τη θέση του όσο εκείνη έφευγε. Την κοιτούσε να απομακρύνεται και μετάνιωσε στη στιγμή που την άφησε να τον αφήσει μόνο. Κακό πράγμα η μοναξιά, την επέβαλλε στον εαυτό του ως τιμωρία μερικές φορές κι αυτό γιατί δεν τολμούσε να φύγει. Δεν είχε τα κότσια να βάλει ένα τέλος σε αυτήν την τυραννία που περνούσε. Δεν ήθελε να αφήσει πίσω του εκείνη γι’ αυτό τιμωρούσε τον εαυτό του με το να κρατάει τους πάντες σε απόσταση. Σε κανέναν δεν άξιζε να πληγώνεται όπως εκείνος καθημερινά. Έπρεπε να πείσει την Εύα να μείνει μακριά του. Τρεις μέρες την ήξερε και του είχε γίνει απαραίτητη. Ξεχνούσε κοντά της, τον έκανε να νιώθει πως άξιζε σαν άνθρωπος. Ο Ταγματάρχης θα της έκλεβε κι εκείνης την αθωότητα αν έμενε κοντά του. Σκοπός του ήταν να την προστατέψει με το να την κρατήσει σε απόσταση κι ας είχε ανάγκη την παρουσία της.

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2020

~16~ Κεφάλαιο 6


Τρεις μέρες.
Τόσες μέτρησε η Εύα. Τρεις μέρες που ο Άγγελος δεν είχε δώσει σημεία ζωής. Δεν είχε πάει στη δουλειά, δεν είχε πάει να τη βρει, απλά είχε εξαφανιστεί το ίδιο αναπάντεχα όπως είχε κάνει την εμφάνισή του στη ζωή της. Δεν ήξερε πού να τον βρει γιατί τις ώρες που πέρασαν παρέα, δεν τόλμησε να τον ρωτήσει πού έμενε αφού κατάλαβε πως εκείνος φρόντιζε επιμελώς να μην περνάει μαζί της μπροστά από το σπίτι του. Θα μπορούσε να μάθει από τον καλοσυνάτο αφεντικό του για το τι είχε συμβεί επειδή φημιζόταν για το πόσο περίεργος ήταν. Αυτό που δεν ήθελε, όμως, ήταν να βρεθεί στο επίκεντρο των κουτσομπολιών του. Τόσο καιρό είχε καταφέρει να μην την πιάσει στο στόμα του μα ήταν επιτακτική ανάγκη να μάθει αν ήταν τουλάχιστον καλά, εκείνος. Φοβόταν μην του είχε συμβεί κάτι σοβαρό.
Ο μόνος της αντιπερισπασμός ήταν οι δύο φίλοι της που περνούσαν λίγο χρόνο τα πρωινά μαζί της. Αν δεν είχε κι αυτούς, μα και τους καυγάδες τους, θα είχε τρελαθεί αφού κάθε της σκέψη αφορούσε τον Άγγελο.

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

~16~ Κεφάλαιο 5


Δεν ήταν στα σχέδιά του να περάσει ένα ολόκληρο καλοκαίρι να δουλεύει σαν το σκυλί, ιδιαίτερα σ’ ένα μέρος όπου έπρεπε να συναναστρέφεται καθημερινά με ανθρώπους. Δεν ήταν το φόρτε του η επικοινωνία. Είχε μεγαλώσει μοναχικά κι είχε διαλέξει να εμπιστεύεται μόνο τον εαυτό του, μεγαλώνοντας. Κανέναν άλλον. Ούτε καν τη μητέρα του που λάτρευε. Κι αυτό γιατί οι άνθρωποι τον απογοήτευαν συχνά. Φίλοι, γνωστοί, πρώην γκόμενες, όλοι έδειχναν ένα πρόσωπο στην αρχή που τον έκανε να κατεβάζει τοίχους κι άμυνες μέχρι που ξαφνικά από το πουθενά άλλαζαν συμπεριφορά κι έδειχναν ένα άλλο πρόσωπο που τον έκανε να κλείνεται περισσότερο στον εαυτό του. Όχι, ήθελε αυτό το καλοκαίρι να το περάσει αυτοκαταστροφικά. Να πίνει και να καπνίζει όλη μέρα ώσπου το μυαλό να έχανε κάθε ικανότητα σκέψης.

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

~16~ Κεφάλαιο 4



«Είσαι καλά;»
Είχαν μείνει για ώρα σιωπηλοί, ο καθένας χαμένος στις δικές του σκέψεις. Το μόνο που είχαν μοιραστεί ήταν μερικές ντροπαλές, κοφτές ματιές, με την άκρη του ματιού τους. Ο δυνατός αέρας δεν έδειχνε να είναι ικανός να τους διώξει. Έδειχναν κι οι δύο την ίδια ανάγκη για απομόνωση κι ας είχαν παρέα ο ένας τον άλλον. Κι όμως, αυτή η ερώτηση βγήκε ταυτόχρονα από τα στόματα και των δύο, όταν πλέον είχαν χορτάσει σιωπή και ήθελαν λίγη παρέα.
Γέλασαν απαλά καθώς κοιτούσαν ο ένας τον άλλον με την ίδια έντονη απορία για το τι έκρυβαν, τι τους βασάνιζε, μα και τι όνειρα και σκέψεις τους κρατούσαν ξύπνιους τα βράδια. Για τον Άγγελο, μπορεί να αποτελούσε έναν αντιπερισπασμό από τη μίζερη ζωή του η γνωριμία μαζί της, αλλά δεν έπαυε να αισθάνεται παράξενα κοντά της. Σαν να τον μαγνήτιζε, κάτι που δεν είχε αισθανθεί ποτέ του.
«Άγγελος Πριοβόλου», συστήθηκε και της έδωσε το χέρι του.
«Το ξέρω», έκανε εκείνη χωρίς ν’ ανταποδώσει τη χειραψία. Το φρύδι του σηκώθηκε ψηλά και το αυτάρεσκο χαμόγελο του έκανε την εμφάνισή του άμεσα. Η Εύα γέλασε γιατί κατά βάθος το περίμενε πως κάπως έτσι θα αντιδρούσε. Της φάνηκε πως το έκανε περισσότερο για να καλύψει το γεγονός πως η αυτοπεποίθησή του δεν ήταν σε τόσο μεγάλα επίπεδα όπως προσπαθούσε να πείσει τους πάντες. Δεν έπεφτε έξω για κανέναν, ήταν η μαγική της δύναμη το να διαβάζει τα πρόσωπα και τα μάτια οποιουδήποτε είχε απέναντί της και σίγουρα ο Άγγελος Πριοβόλου απείχε πολύ από την εικόνα του κακού παιδιού.

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2020

~16~ Κεφάλαιο 3


Μπορούσε ν’ ακούσει την καρδιά της να χτυπά σαν τρελή ενώ πλησίαζε το κτήριο όπου στεγαζόταν το λύκειο στο οποίο φοίτησε. Αν την χαρακτήριζε κάτι ήταν η αποφασιστικότητα αλλά και η δυναμικότητά της. Ήταν πολύ λίγες οι στιγμές που ένιωθε χαμένη κι αυτή ήταν σίγουρα μία από αυτές. Της πήρε πάνω από δύο ώρες ώσπου να πάρει την απόφαση. Έκανε βόλτες μέσα στην μικρή πόλη ώσπου έφτασε ως το λιμάνι, ενώ μετά βρέθηκε σε μία από τις παραλίες να δροσίζει τα πόδια της στην ανταριασμένη θάλασσα. Θυμήθηκε τα λόγια του πατέρα της προτού φύγει από το σπίτι. “Δεν θα είναι το τέλος του κόσμου αν δεν περάσεις”, της είχε πει. Έπρεπε να βρει έναν τρόπο να πείσει τον εαυτό της πως είχε δίκιο. Δεν ήταν το καλύτερο το να περάσει τις πύλες του λυκείου με τέτοια ηττοπάθεια. Αν δεν είχε περάσει, είχε έναν ολόκληρο χειμώνα να διαβάσει για να ξαναγράψει και την επόμενη φορά θα τα πήγαινε καλύτερα. Θα έκανε το όνειρό της πραγματικότητα με το έτσι θέλω γιατί το άξιζε.
Με αυτή τη σκέψη πέρασε στην αυλή του σχολείου και κατευθύνθηκε με αργό βήμα προς τον τοίχο όπου στέκονταν μπροστά, ήδη αρκετοί συμμαθητές της. Ανακουφίστηκε όταν είδε τη Ρένα και τον Φίλιππο, τους δύο μοναδικούς φίλους που είχε στο νησί, να είναι εκεί και να την περιμένουν. Έτρεξε προς το μέρος τους με κρατημένη ανάσα από το άγχος που δεν έλεγε να καταλαγιάσει.

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2020

~16~ Κεφάλαιο 2


Ο πόνος από την κλωτσιά στο πρόσωπο δεν συγκρινόταν με τίποτα με εκείνον που ένιωσε όταν του είπαν πως έπρεπε για μία ακόμη φορά να μαζέψει τα πράγματά του, ώστε να μετακομίσει σε ένα νέο μέρος. Πάλι από την αρχή... νέο σπίτι, νέες φιλίες, νέο σχολείο. Είχε βαρεθεί. Του είχε λείψει η σταθερότητα αλλά τίποτα στη ζωή του δεν ήταν στο χέρι του. Όλα κρίνονταν από τον πατέρα του κι εκείνος έπρεπε να βαράει προσοχή κάθε φορά, λες και ήταν ένας από τους φαντάρους του. Ήταν αποφασισμένος να μισήσει τη Σάμο περισσότερο γιατί την αγαπούσε εκείνος. Από εκεί ήταν ο παππούς του, από ένα χωριό στο Μαραθόκαμπο και ο πατέρας του πάντα μιλούσε με τα καλύτερα λόγια για το νησί. Χρόνια προσπαθούσε να πάρει μετάθεση εκεί και επιτέλους τα κατάφερε. Δυστυχώς για εκείνον που έπρεπε να αφήσει πίσω ανθρώπους και καταστάσεις που είχε μάθει να αγαπάει. Όμως κάτι του έλεγε πως τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο τραγικά. Όχι όσο υπήρχαν νεράιδες σαν αυτή που του είχε σπάσει τη μύτη, στο Πυθαγόρειο.

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2020

~16~ Κεφάλαιο 1


Σάμος καλοκαίρι 1999. 

 Ο αέρας λυσσομανούσε εδώ και μέρες αναγκάζοντας το τεράστιο δέντρο στην αυλή να χορεύει ασταμάτητα στο ρυθμό του. Τα γέρικα κλαδιά του που έφταναν ως τον τοίχο έξω από το δωμάτιό της χτύπησαν ξανά πάνω στο τζάμι του παραθύρου της. Ήταν τόσο δυνατό το χτύπημα λες και προσπαθούσαν να το σπάσουν για να μπουν μέσα στο δωμάτιο. Ανατρίχιασε. Γύρισε πλευρό με δυσκολία για να ρίξει μια ματιά προς τα εκεί. Μπορεί να το αγαπούσε αφού κοντά  του είχε περάσει υπέροχες στιγμές, όμως εκείνη τη στιγμή ήθελε να πάρει ένα πριόνι για να το κόψει. Διέκοπτε τον ήδη ανήσυχο ύπνο της κι είχε τρομερή ανάγκη για ξεκούραση εφόσον είχε μείνει άυπνη περισσότερο από τέσσερις μέρες. Άγχος, στρες και καλή διάθεση είχαν γίνει μέσα της ένα κουβάρι με αποτέλεσμα το μυαλό της να δουλεύει συνέχεια και να μην ξεκουράζεται καθόλου. Ήταν γεμάτο με σκέψεις και όνειρα που αναρωτιόταν αν ποτέ θα τα έβλεπε να παίρνουν σάρκα και οστά. Δεν έτρεφε αυταπάτες, ήξερε πως δεν θα κατάφερνε να πραγματοποιήσει τα περισσότερα αλλά εκείνο, το ένα που θα την έπαιρνε μακριά, ήταν αυτό που τη βασάνιζε  περισσότερο. Προσπάθησε να κλείσει τα μάτια αλλά ήταν μάταιο. Κάθε φορά που το έκανε έβλεπε τον εαυτό της αγκαλιά με μια βαλίτσα να ικανοποιεί τις τάσεις φυγής της κι αυτό της δημιουργούσε μία παράλογη φοβία πως ο διακαής πόθος της... θα έμενε απλά πόθος.

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

Χριστούγεννα Χωρίς Χάρτη











Σημείωση:




Η μικρή αυτή ιστορία λαμβάνει χώρα πριν τα γεγονότα του βιβλίου Χωρίς Χάρτη. 
Το Χωρίς Χάρτη μπορείτε να το βρείτε διαθέσιμο στην Amazon σε έντυπη μορφή. 
****


Δεν ξέρω τι βρίσκω πιο εκνευριστικό σε αυτή τη ζωή, την σιωπή που βγάζει εκνευρισμό προς τα έξω ή τον ήχο που συνήθως τη διακόπτει. Κάπως έτσι νιώθω αυτή τη στιγμή που προσπαθώ να αποφασίσω τι μου προκαλεί μεγαλύτερη αναστάτωση. Οι γονείς μου είναι αμίλητοι και με κοιτάζουν με μισό μάτι λες και είναι δικό μου φταίξιμο που έμεινα χωρίς δουλειά, ενώ τα κουτάλια που χτυπάνε πάνω στα πιάτα μου προκαλούν νευρικό κλονισμό. Ο πατέρας μου ρουφάει τη σούπα κάνοντας τη μάνα μου να αναστενάζει αγανακτισμένα ανά δευτερόλεπτο ενώ εμένα τα μάτια μου σταματάνε σε κάθε γωνιά του δωματίου που είναι πιο αποστειρωμένο κι από δωμάτιο νοσοκομείου. Οι γονείς μου δεν έχουν πάρει είδηση ακόμα πως σε πέντε μέρες έχουμε Χριστούγεννα κι ενώ προσπαθώ από παιδί να μην κολλήσω τα ελαττώματά τους, αυτό δυστυχώς το πήρα. Ούτε το δικό μου σπίτι είναι διακοσμημένο λες και δεν υπάρχει αυτή η γιορτή. Και τώρα που το σκέφτομαι, θλίβομαι, γιατί πριν χρόνια είχα δώσει υπόσχεση στον εαυτό μου πως όταν θα έφευγα από το σπίτι των γονιών μου, θα έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να γιορτάζω αυτή τη μαγική γιορτή που στερήθηκα μεγαλώνοντας. Και να που ξέχασα την υπόσχεση, όπως πάντα, όπως τόσες που είχα δώσει στον εαυτό μου.
«Αλεξάνδρα, μην καμπουριάζεις».