40.
Μία
βδομάδα αργότερα το σπίτι του Άγγελου ήταν έτοιμο, ζεστό και όμορφο, τόσο που η
Εύα το ζήλευε και σπάνια έφευγε από εκεί. Ήταν εύκολο για εκείνη να γυρνάει σ’
εκείνο το σπιτικό αντί για το δικό της, παρέα πάντα με τον Φοίβο, με την
δικαιολογία πως έπρεπε να τσεκάρει τον Άγγελο. Εκείνος σιγά-σιγά στεκόταν στα
πόδια του κι είχε αρχίσει να προσέχει λίγο παραπάνω τον εαυτό του. Το τσιγάρο
και το ποτό είχαν μπει σε δεύτερη μοίρα και είχε βρει το να μαγειρεύει για την
Εύα και τον Φοίβο, ως την ωραιότερη ασχολία.
Με τον
Πάνο περνούσε ώρες ατέλειωτες να μιλάνε για τα πάντα, ο φίλος του έδειχνε να
είναι πιο ήρεμος τις μέρες που αποφάσιζε να κοιμηθεί στον καναπέ αντί να
γυρίσει στο μικροσκοπικό του διαμέρισμα και δεν φάνηκε σε κανέναν περίεργο όταν
ξάφνου ανακάλυψαν όλοι τους πως είχε, στην κυριολεξία, μετακομίσει με τον
Άγγελο. Όταν εκείνος τον έπεισε να αφήσει τη τρύπα που αποκαλούσε σπίτι του για
τα καλά και να μείνει στο άδειο δωμάτιο του διαμερίσματός του, οργάνωσαν έναν
όμορφο δείπνο για να το γιορτάσουν. Όλα έδειχναν να μπαίνουν σε μια σειρά και
για πρώτη φορά από τη μέρα που επέστρεψε η Εύα, μπόρεσε ν’ αναπνεύσει ελεύθερα.